ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΨΕΛΗΣ


Ὁ Ἱερὸς Ναὸς Ἁγ. Γεωργίου Κυψέλης ἀποτελεῖ τὸ κέντρο ἀναφορᾶς τῆς ὁμωνύμου Ἐνορίας, μιᾶς ἀπὸ τὶς πιὸ πολυάνθρωπες περιοχὲς ὄχι μόνον τῶν Ἀθηνῶν ἀλλὰ καὶ ὁλοκλήρου τῆς Εὐρώπης. Εἶναι μία ἀπὸ τὶς 145 Ἐνορίες τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καὶ βρίσκεται ἐπὶ τῶν ὁδῶν Ἰθάκης καὶ Ἑπτανήσου, πολὺ κοντὰ σὲ μία πολὺ γνωστὴ καὶ κεντρικὴ λεωφόρο τοῦ κλεινοῦ Ἄστεως, τὴν ὁδὸ 28ης Ὀκτωβρίου, γνωστῆς στοὺς παλαιοτέρους ὡς ὁδὸς Πατησίων.

Ἡ περιοχὴ τῆς Ἐνορίας, ἡ ὁποία ὅπως ἀναφέρθηκε τοποθετεῖται στὴν Κυψέλη, εἶναι πλέον μιὰ συνοικία ἀρκετὰ ὑποβαθμισμένη, ἂν καὶ παλαιότερα ἀποτελοῦσε μιὰ ἰδιαίτερα ἀριστοκρατικὴ περιοχὴ, ὅπου διέμεναν σχετικὰ εὐκατάστατες οἰκογένειες. Ἀρκεῖ νὰ ρίξει κανεὶς μιὰ ματιὰ στὶς ἀφιερώσεις τῶν παλαιοτέρων, κυρίως, τοιχογραφιῶν καὶ φορητῶν εἰκόνων (π.χ. Σοῦτσοι, Παλαιολογόπουλοι, κλπ.). Μάλιστα
στὴν εἰσήγηση τοῦ Προέδρου τοῦ Εὐαγοῦς ἱδρύματος Κυψέλης καὶ πρωτεργάτη γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ νέου μεγαλοπρεποῦς Ναοῦ μας, Δημ. Μαλλιόπουλου, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε τὸ 1917, ἀναφέρεται γιὰ τὴν περιοχὴ ὅτι «πρὸ εἰκοσαετίας καὶ πλέον, ἡ συνοικία αὕτη τῆς Κυψέλης καὶ Λεβίδου – Πατησίων, ἦτο σχεδὸν ἀκατοίκητος καὶ ἐθεωρεῖτο μικρά τις ἐξοχικὴ συνοικία τῆς πρωτευούσης. Ἀλλ’ ἤδη τὸ
πρό τινων ἐτῶν ἐξοχικὸν τοῦτο μέρος, κατέστη μία τῶν σπουδαιοτέρων καὶ ὡραιοτέρων συνοικιῶν τῆς πόλεως, ἀνεγερθεισῶν ἐν ταύτῃ μεγαλοπρεπῶν οἰκιῶν καὶ κατῳκηθείσης πυκνότατα ἀπὸ οἰκογενείας εὐπόρους κατὰ τὸ πλεῖστον, καὶ τὰ πρῶτα κατεχούσας ἐν τῇ πολιτείᾳ ἡμῶν» (Καταστατικὸν τοῦ Συνδέσμου, τύποις Ι.Δ. Σοφιανοπούλου, Ἐν Ἀθήναις 1917, σελ.7).

Ὁ Ναὸς εἶναι σταυροειδὴς ἐγγεγραμμένος μὲ τροῦλλο, σύνθετος τετράστυλος, μὲ διευρυμένο τὸ κεντρικὸ τετράγωνο, ἄρα καὶ τὸν τροῦλλο, καὶ ἐπιμηκυσμένο τὸ δυτικὸ σκέλος τοῦ σταυροῦ· δὲν διαθέτει νάρθηκα, ἀλλὰ ἐξωνάρθηκα, κάτω ἀπὸ τὸν γυναικωνίτη (Ἰω.Στουφῆ – Πουλημένου, Ἀπὸ τοὺς Ναζαρηνοὺς στὸν Φ.Κόντογλου,
Ἁρμὸς 2007, σελ.75).

Οἱ ἐνορίτες προέρχονταν κυρίως ἀπὸ τὰ νησιά. Μιά σύντομη ματιὰ στὸν χάρτη θὰ δείξει ὅτι τὸ 90% τῶν ὁδῶν τῆς  εὑρύτερης περιοχῆς ἀλλὰ καὶ τῆς Ἐνορίας εἶναι ἀφιερωμένο σὲ νησιὰ ἀπὸ ὅλη τὴν Ἑλλάδα· Κυκλαδίτες, Δωδεκανήσιοι, Ἑπτανήσιοι κλπ., ὅλοι ἔδωσαν τὰ ὀνόματα τῶν νησιῶν ἀπ’ ὅπου προέρχονταν σὲ ὁδοὺς τῆς συνοικίας μας, ὥστε νὰ διατηρήσουν ἔστω καὶ ἔτσι κάποια ἐπαφὴ μὲ αὐτὰ ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ τὰ τιμήσουν (π.χ. ὁδ.Σπετσῶν, Σύρου, Ζακύνθου κ.λπ.).

Ὅλοι αὐτοὶ λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι θέλησαν ἀπὸ τὴν ἔναρξη τοῦ ἔργου νὰ κοσμήσουν τὸν νέο καὶ εὐρύχωρο Ναὸ μὲ ἀξιόλογα ἔργα τέχνης. Τὸ εὐμεγέθες (γύψινο) Εἰκονοστάσιο – ἂν καὶ δὲν ταιριάζει ἰδιαιτέρως μὲ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ τοῦ Ναοῦ – κατασκευάζεται τὸ 1932 ἀπὸ τὸ γλύπτη Ἑμμ.Πάσαρη καὶ κοσμεῖται μὲ τὶς φορητὲς εἰκόνες ἑνὸς πολὺ γνωστοῦ καὶ ὀνομαστοῦ καλλιτέχνη τῆς ἐποχῆς, τοῦ Δημητρίου Πελεκάση. Τὸ ἴδιο ἔτος ὁ Δημ. Πελεκάσης ἱστορεῖ στὴν ἀψίδα τοῦ Ἱ.Βήματος τὴν Πλατυτέρα, ἑκατέρωθεν τῆς ὁποίας ἵστανται δύο ὁλόσωμοι Ἄγγελοι. Ἐργάζεται δὲ μαζὶ μὲ τοὺς συνεργάτες του Δ.Γ.Καφῆ, Δ.Σ. Δικόπουλο, Δ.Ν.Ἀνδραβιδιώτη, Στέλιο καὶ Χρῆστο Σοῦτσο καὶ Ἀπόστολο Γκραῖκο (μὲ τοὺς τρεῖς τελευταίους στὸν Νάρθηκα).

Ὁ Πελεκάσης ἁγιογραφεῖ καὶ τὶς φορητὲς εἰκόνες ποὺ κοσμοῦν τὸν ξυλόγλυπτο ἐπιχρυσωμένο Ἄμβωνα, ὅπως ἐπίσης καὶ τέσσερεις εἰκόνες ποὺ θὰ τοποθετηθοῦν σὲ ἰσάριθμα ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια (Ἅγ.Γεώργιος καὶ Γεράσιμος, Κοίμηση καὶ ἕνα ἀρκετὰ σπάνιο θέμα ὁ Οἶκος τοῦ Κυρίου).

Σχετικὴ ἐπιγραφὴ τοῦ καταξιωμένου δασκάλου, ποὺ ἀφορᾷ στὸν τροῦλλο, ἱστορήθηκε στὸ κάτω τμῆμα τῆς βόρειας πλευρᾶς τοῦ βορειοδυτικοῦ πεσσοῦ· «Ἀνιστορήθη ἡ φιάλη ἤτοι τροῦλλος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τούτου τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου ἐν τῷ κάλλει ἐν ᾧ ὁρᾶται νῦν διὰ συνδρομῆς τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν τῆς θεοσκεπάστου Ἐνορίας ταύτης κ(αὶ) τῷ πόνῳ εὐσεβῶν γυναικῶν ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ(αὶ) πάσης Ἑλλάδος Σπυρίδωνος τοῦ ἐξ Ἠπείρου, Προϊσταμένου τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τούτου Ἀρχιμανδρίτου Τιμοθέου Χαλόφτη, Ἐφημερευόντων τῶν ἐν Ἱερεῦσιν εὐσεβῶς πολιτευομένων Ἰωάννου Σπ. Ράμφου καὶ Ἰωάννου Νοταρᾶ, ἐπιτροπευόντων τῶν Κωνστ. Τσαλίκη, Δημ. Δημοπούλου, Γρ.Λουλακάκη, Γεωργ. Προβελεγγίου. Διὰ χειρὸς κ(αὶ) μετὰ ζήλου τῶν ζωγράφων Φωτίου Κόντογλου, Ἰωάννου Τερζῆ, Σπυρίδωνος Παπανικολάου, Παντελεήμονος Ὀδαμπάση, Δημητρίου Σεντουκᾶ κ(αὶ) Γ.Δασκαλάκου. Ἐν ἔτει σωτηρίῳ ᾳϠνδ΄(1954) ἀπὸ μηνὸς Φεβρουαρίου ιε΄ (=15) ἕως Ἀπριλίου ι΄ (=10)».

Στὸν Ναό, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς προαναφερθέντες, ἐργάζονται μαζὶ μὲ τὸν Κόντογλου καὶ οἱ Κωνστ. Γεωργακόπουλος, Γεώργιος Χρ.Γεωργίου ὁ Κύπριος καθὼς καὶ ὁ Π.Βαμπούλης, τοῦ ὁποίου τὴν ὑπογραφὴ φέρουν ἀρκετὰ ἔργα στὸ δυτικὸ τμῆμα τοῦ Ναοῦ.

Ὡς Ἱερατικοὶ προϊστάμενοι καὶ ἐφημέριοι διακόνησαν πάρα πολλοὶ κληρικοὶ μεταξὺ τῶν ὁποίων γνωστὲς καὶ σεβάσμιες μορφές. Ἤδη σὲ σχετικὴ ἐπιγραφὴ ἀναφέρεται ὁ Ἀρχιμ. Πορφύριος Κυριακίδης, ἀργότερα ὁ Ἀρχιμ.Τιμόθεος Χαλόφτης (1949-1956) κατόπιν ἐπίσκοπος Ροδοστόλου καὶ βοηθὸς τοῦ Ἁρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς Ἰακώβου, ὁ
Ἀρχιμ.Τιμόθεος Θανόπουλος, ὁ ἰδιαίτερα γνωστὸς καὶ σεμνὸς κληρικὸς Πρωτ. Ἰωάννης Σ. Ράμφος (Διευθυντὴς τοῦ Ὀρφανοτροφείου Βουλιαγμένης, τοῦ Θεολ. Οἰκοτροφείου καὶ τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, πολυγραφώτατος συγγραφὲας καὶ ἱεροκήρυκας) καὶ ἐσχάτως ὁ Πρωτ. Κων.Βαστάκης, τοῦ ὁποίου ἔργο τοῦ κόπου καὶ τοῦ μόχθου του ἀποτελεῖ τὸ πολυόροφο κτίριο τῆς Στέγης Γερόντων τῆς Ἐνορίας στὴν ὁδὸ Κεφαλληνίας 19 καὶ πολλοὶ ἄλλοι.

Σήμερα στὴν Ἐνορία διακονοῦν τέσσερεις ἱερεῖς· οἱ Ἀρχιμ. Φιλόθεος Νικολάκης, Πρωτ. Παναγιώτης Χαβάτζας, Οἰκ. Νικόλαος Χομπιτάκης καὶ ὁ Οἰκ. Γεράσιμος Φακιώλας, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νὰ συνεχίσουν τὸ ἀξιέπαινο ἔργο τῶν προγενεστέρων, ἀλλὰ καὶ νὰ συντηρήσουν καὶ παράλληλα ἀναδείξουν τὸ σημαντικὸ αὐτὸ μνημεῖο τῶν Ἀθηνῶν.

Περισσότερα στην επίσημη ιστοσελίδα:

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΕΦΗΜΕΡΙΟΙ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

ΕΡΓΑ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΔΙΑΤΕΛΕΣΑΝΤΕΣ ΕΦΗΜΕΡΙΟΙ