Ἐτικέττες

, , ,

Ὑπάρχει μία ἐνδιαφέρουσα ἱστορία στὸν Βίο τοῦ στάρετς Ναζάριου. Ταξίδευε κάποτε ὁ στάρετς μὲ τὸν μαθητή του καὶ τὴ μικρὴ ἅμαξα ποὺ τὴν ἔσερνε τὸ ἄλογό τους καὶ ἔφτασαν ἕνα Σάββατο σὲ κάποιο χωριό, ὅπου ἔπρεπε νὰ καταλύσουν γιατί ἦταν ἤδη ἀργά. Ζήτησαν νὰ φιλοξενηθοῦν ἀπὸ τὸν ἱερέα τοῦ χωριοῦ.

Ὁ ἱερέας ὑποδέχτηκε τοὺς ταξιδιῶτες μὲ χαρὰ καὶ ἀφοῦ συζήτησε μὲ τὸν π. Ναζάριο τὸν ἐκτίμησε πάρα πολύ. Ὅταν ἔφτασε ἡ ὥρα ποὺ ἀρχίζει ἡ ὁλονύκτια ἀγρυπνία τῆς Κυριακῆς, ὁ π. Ναζάριος παρατήρησε ὅτι ὁ ἱερέας δὲν προετοιμαζόταν νὰ κάνει τὴν ἀγρυπνία καὶ τὸν ρώτησε:

-Παππούλη, τὴν Κυριακὴ τὸ πρωΐ θὰ διαβάσεις τὴν ἀκολουθία τῆς ἀγρυπνίας;

Ὁ ἱερέας ἀπάντησε ὅτι λειτουργοῦσε πολὺ σπάνια καὶ ὅτι δὲν εἶχε σκοπὸ νὰ λειτουργήσει τὴν ἄλλη μέρα.

-Κανένας ἀπ’ τοὺς ἐνορίτες μου δὲν ἔρχεται στὴν ἐκκλησία τὶς γιορτές. Συγκεντρώνονται στὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας μόνο ὅταν εἶναι γιὰ νὰ διασκεδάσουν. Οὔτε μία ματιὰ δὲ ρίχνουν μέσα στὴν ἐκκλησία. Ἡ ἐκκλησία εἶναι πάντα ἄδεια. Ἡ διάθεσή τους πρὸς τὴν ἐκκλησία ἔχει ψυχρανθεῖ τόσο πολὺ ποῦ παρέσυραν κι ἐμένα κι ἔχω γίνει ὀκνηρὸς μὲ τὴ σκέψη: ἀφοῦ δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία, γιὰ ποιὸν νὰ κάνω τὴ λειτουργία;

Ὁ π. Ναζάριος παρατήρησε στὸν ἱερέα ὅτι αὐτὸ ἦταν μεγάλο λάθος καὶ μία ἀπάτη τοῦ ἐχθροῦ της σωτηρίας μας. Καὶ συνέχισε:

-Ἂν οἱ ἐνορίτες σου δὲν ἐκπληρώνουν τὴ σπουδαιότερη ὑποχρέωσή τους, ἐσύ, ποὺ εἶσαι ὁ ἐφημέριος, ὀφείλεις νὰ ἐκπληρώνεις τὶς ὑποχρεώσεις σου ἀνελλιπῶς. Ἡ ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ μένει ἄδεια. Ἀπὸ τότε ποὺ ἡ ἐκκλησία ἐγκαινιάστηκε, μέσα στὸ θυσιαστήριο τοῦ Κυρίου ὑπάρχει ἕνας φύλακας ἄγγελος. Ἀκόμα κι ἂν οἱ ἐνορίτες σου δὲν ἔρχονται στὶς λειτουργίες ποὺ κάνεις, ἡ ἐκκλησία θὰ εἶναι πάντα γεμάτη ἀπ’ τοὺς ἀγγέλους –φύλακες τῶν ψυχῶν τους.

Γιατί σὲ κάθε θεία λειτουργία οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴ φλογερὴ ἀγάπη τους πρὸς τὸ Θεό, εἶναι οἱ πρῶτοι ποὺ συνεορτάζουν καὶ συμμετέχουν μὲ ὕμνους εὐχαριστίας. Ἐκεῖνοι θὰ γεμίζουν τὴν ἐκκλησία σου ὅταν θὰ λειτουργεῖς. Ἂν ἐσὺ ὁ ἴδιος ἐκπληρώνεις μὲ ζῆλο τὶς ὑποχρεώσεις σου γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου κι ἂν προσεύχεσαι γιὰ τὸ ποίμνιό σου, ὥστε ὁ Κύριος νὰ θερμάνει τὶς καρδιές τους νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ προσεύχονται, τότε ὁ Κύριος, χάρη τῶν προσευχῶν σου, θὰ προστάξει τοὺς φύλακες ἀγγέλους του νὰ πλησιάσουν τὶς ψυχές τους, νὰ τοὺς διεγείρουν σὲ προσευχὴ καὶ νὰ τοὺς ἐνσταλάζουν ζῆλο γιὰ τὴ θεία λειτουργία ποὺ κάνεις στὴν ἐκκλησία, ἐκεῖ ποὺ προσφέρεις γι’ αὐτοὺς τὴ θυσία τοῦ ἐλέους μπροστὰ στὸν Κύριο κατὰ τὴ θεία εὐχαριστία.

Βαθύτατα συγκινημένος ἀπὸ τὰ συνετὰ λόγια του π. Ναζάριου, ὁ ἱερέας ἀπάντησε:

-Γέροντα, βοήθησε μὲ καὶ καθοδήγησε μέ. Θὰ προσπαθήσω νὰ κάνω ὅ, τί μὲ συμβουλέψεις.

Ὁ π. Ναζάριος ἀπάντησε:

-Πολὺ καλά. Ἂς πᾶμε τώρα στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ. Δῶσε ἐντολὴ νὰ χτυπήσουν τὴν καμπάνα καὶ στὸν ἀναγνώστη νὰ ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὴν ὁλονύκτια ἀγρυπνία.

Ἡ καμπάνα χτύπησε γιὰ τὴν ἀγρυπνία καὶ ἡ ἀκολουθία ἄρχισε. Πραγματικά, στὴν ἀρχὴ δὲν ἦταν κανένας στὴν ἐκκλησία. Λίγο ἀργότερα μαζεύτηκαν περίπου δέκα ἡλικιωμένοι ἄντρες καὶ γυναῖκες. Ὁ π. Ναζάριος διάβασε τὸν ἑξάψαλμο καὶ ὁ μαθητὴς τοῦ π. Ἰλαρίων τὰ καθίσματα. Μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου τὸ τοποθέτησαν στὴ μέση της ἐκκλησίας καὶ ὁ π. Ναζάριος μὲ τὸν π. Ἰλαρίωνα πῆγαν νὰ τὸ προσκυνήσουν καὶ νὰ τὸ ἀσπαστοῦν.

Δὲν ἔκαναν τὸ ἴδιο ὅμως καὶ οἱ ἄλλοι ἐκκλησιαζόμενοι, γιατί δὲν ἤξεραν. Ὁ Γέροντας τοὺς πλησίασε καὶ τοὺς ἐξήγησε γιὰ τὸν ἁγιασμὸ ποὺ παίρνει κανεὶς αὐτὴ τὴ στιγμὴ μὲ τὴν προσκύνηση τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου. Καὶ οἱ ἡλικιωμένοι ἄνθρωποι πλησίασαν, ἀσπάστηκαν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ εὐχαρίστησαν τὸ Γέροντα.

Ὁ π. Ναζάριος μίλησε μαζί τους καὶ τοὺς συμβούλεψε νὰ ποῦν καὶ στοὺς ἄλλους ποὺ ἔμειναν στὰ σπίτια τους καὶ στοὺς γείτονές τους πόσο ὠφέλιμο ψυχικὰ εἶναι νὰ συμμετέχουν στὴ θεία λειτουργία καὶ νὰ ἁγιάζονται μὲ τὴν προσκύνηση καὶ τὸν ἀσπασμὸ τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου καὶ τῶν ἁγίων εἰκόνων τῆς ἐκκλησίας.

Ὁ ναὸς εἶναι τὸ δεύτερο, τὸ οὐράνιο σπίτι μᾶς –οὐσιαστικὰ τὸ πρῶτο σπίτι μας, μίας καὶ τὸ ἐπίγειο θὰ φθαρεῖ καὶ θὰ μᾶς πεῖ γρήγορα ἀντίο? ἂν δὲν τοῦ ποῦμε πρῶτοι ἐμεῖς ἀντίο…

Δὲν προσφέρουμε τώρα πλέον θυσίες ὑλικές, ὅπως τὸ παλαιὸ Ἰσραήλ: ἀρνιὰ καὶ τράγους καὶ βόδια καὶ ἄλλα τετράποδα ἢ δίποδα. Ἐκεῖ εἶχαν τὰ πρωτεῖα οἱ πλούσιοι, καθὼς λέει ὁ Μ. Βασίλειος. Προσφέρουμε ἕνα κομμάτι ἀπό μας, τὴ θυσία τῆς καρδιᾶς, τὴ δοξολογία, τὴν αἴνεση («θυσίαν αἰνέσεως») ἡ ὁποία, κατὰ τὸν ἴδιο ἅγιο, εἶναι «μυρίων ὁλοκαυτωμάτων προτιμότερη».

Δύο σημαντικὰ συμπεράσματα βγαίνουν ἀπὸ τὴν ἱστορία μὲ τὸν ἀββᾶ Ναζάριο:

α. –Οι φύλακες ἄγγελοι τῶν χριστιανῶν δὲν εἶναι ἀναγκαστικὰ πάντοτε μαζί μας! Φεύγουν ἀπὸ κοντά μας ὅταν στὸ ναὸ τελεῖται μία ἀκολουθία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀδικαιολόγητα λείπουμε. Ἴσως ἀπ’ αὐτὸ κάνει νὰ ὑποθέσουμε ὅτι οἱ φύλακες ἄγγελοι τοῦ ἀποντος ποιμνίου τοῦ ἦταν αὐτοὶ ποὺ ἀπάντησαν ‘καὶ τῷ πνεύματί σου’ ὅταν στὸ ναὸ κατὰ τὴν ἐκφώνηση ἦταν παρὼν μόνο ὁ ἅγιος Σπυρίδων καὶ ὁ νεωκόρος.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἐπιβεβαιώνει τὰ λόγια του ἀββᾶ Ναζάριου, λέγοντας:

«Κάθε Χριστιανὸς πρέπει νὰ περνάει τὸν καιρὸ τοῦ μέσα στὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴ λείπει ποτὲ ἀπὸ τὴν ἁγία σύναξη ποὺ γίνεται μέσα σ’ αὐτή. Γιατί σ’ αὐτὴ μέσα παραμένουν ἅγιοι ἄγγελοι, ποὺ γράφουν ὅσους κάθε φορᾶ μπαίνουν, τοὺς παρουσιάζουν στὸ Θεὸ καὶ μεσιτεύουν γι’ αὐτούς».

Πέρα ἀπὸ τὸν προσωπικὸ φύλακα ἄγγελο, κάθε ναὸς ἐπίσης ἔχει τὸν ἄγγελό του, ὅσο τελοῦνται ὀρθόδοξες λειτουργίες ἐκεῖ. Ἂν γίνει ‘κατάληψη’ τοῦ ναοῦ ἀπὸ αἱρετικοὺς ὁ ἄγγελος ἀποχωρεῖ. Στὴ Νικόπολη κάποτε (ποὺ ἀποτελοῦσε μητρόπολη τῆς Μικρᾶς Ἀρμενίας) ὁ ὀρθόδοξος ἐπίσκοπός της εἶχε δεχτεῖ τὴν πίστη τῶν ἀρειανῶν καὶ ἔγινε ὄργανο τῶν αἱρετικῶν, μὲ ἀντάλλαγμα λίγη πρόσκαιρη ἀνθρώπινη δόξα. Οἱ χριστιανοὶ ἔπαψαν νὰ πηγαίνουν στοὺς ναοὺς ὅπου συνήθιζαν νὰ ἐκκλησιάζονται, ὅπου συνέχιζε νὰ μνημονεύεται ὁ πρώην ἐπίσκοπός τους, οἱ ναοὶ εἶχαν πλέον καταληφθεῖ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Πηγαῖναν στὸ ὕπαιθρο ἢ σὲ σπίτια νὰ κάνουν τὶς ἀκολουθίες τους.

Σὲ μία ἐπιστολή του πρὸς τοὺς χριστιανοὺς τῆς Νικοπόλεως, ὁ Μ. Βασίλειος ἔγραφε:

«Σᾶς λυπεῖ ὅτι ἐκδιωχθήκατε ἀπὸ τοὺς τοίχους τῶν ναῶν; Ὅμως θὰ ἐκκλησιάζεστε τώρα κάτω ἀπὸ τὴν σκέπη τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὁ φύλακας Ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας ἔφυγε κι αὐτὸς μαζί σας. Ἑπομένως σὲ κενοὺς οἴκους συναθροίζονται καθημερινὰ ἐκεῖνοι, προετοιμάζοντας μεγάλο κρίμα γιὰ τὸν ἑαυτὸ τοὺς ἐξ αἰτίας τῆς διασπορᾶς τοῦ λαοῦ».

Μὲ τὸν ἅγιο Χρυσόστομο παρόμοια. Ὅταν εἶχε καταδικαστεῖ ὁ ἅγιος ἀπὸ τὴ σύνοδο στὴ Δρῦ ζήτησε ἀπὸ τὸν λαὸ ποὺ παρευρίσκονταν στὸ ναὸ νὰ προσευχηθοῦν λίγο πρὶν ἀναχωρήσει γιὰ τὴν ἐξορία:

«Ἐλᾶτε, εἶπε, κι ἀφοῦ προσευχηθοῦμε ἂς συνταχθοῦμε μὲ τὸν ἄγγελο τῆς Ἐκκλησίας».

Νὰ συνταχθοῦμε μὲ τὸν ἄγγελο τῆς ἐκκλησίας. Ὁ ἄγγελος τοῦ ναοῦ δὲν μένει ἀπαραίτητα καὶ διὰ παντὸς στὸ γνώριμο περιβάλλον, ἐκεῖ ποὺ συνηθίσαμε ποὺ μεγαλώσαμε, ἀποκτήσαμε φίλους καὶ γνωριμίες, ἐκεῖ ποὺ ζήσαμε καὶ γνωρίσαμε τὸν Χριστό. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομός μας βεβαιώνει μὲ τὴ γνωστή του σαφήνεια, ὅτι παίρνει τὰ ‘πράγματά’ του κι ὁ ἄγγελος καὶ φεύγει κι αὐτὸς μαζί μας ὅταν οἱ ἐκκλησιαστικὲς προδιαγραφὲς ἀλλοιώνονται.

Καθὼς κι ὁ βιογράφος τοῦ Παλλάδιος στὴ συνέχεια ἀναφέρει:

«Συνεξῆλθε μαζί του [μὲ τὸν ἅγιο] καὶ ὁ ἄγγελος τῆς ἐκκλησίας, ἐπειδὴ δὲν ὑπέφερε τὴν ἐρημία της, γιὰ τὴν ὁποία εἶχαν ἐργαστεῖ οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες τῶν πονηρῶν πνευμάτων, οἱ ὁποῖες κατάντησαν τὴν ἐκκλησία ἁμαρτωλὸ θέατρο».

Κάποιοι ὀρθόδοξοι ρώτησαν τὸν ἅγιο Θεόδωρο Στουδίτη ἂν μποροῦν νὰ μπαίνουν γιὰ νὰ προσευχηθοῦν σὲ ναοὺς ποὺ ἔχουν καταλάβει οἱ αἱρετικοί. Ὁ ἅγιος, ἀφοῦ μνημόνευσε τὰ λόγια του Μ. Βασιλείου ποὺ ἀναφέραμε πιὸ πάνω, ἀπάντησε ἀποκλείοντας τέτοιο ἐνδεχόμενο καὶ πρόσθεσε ὅτι οἱ ναοὶ αὐτοὶ ἔχουν ἐρημωθεῖ. Ἀπὸ τότε, λέει, ποὺ μπῆκε ἡ αἵρεση ἔφυγε (‘πέταξε’ λέει ἐπὶ λέξει) ὁ ἄγγελος καὶ ἔγινε κοινὸ σπίτι ὁ ναός.